Βουίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: βουίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бучене, бръмчене, бръмча, оживление, воня
Βουίζω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βουίζω

βουίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βουίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • βοσκότοπος στα βουλγαρικά - пасбище, пасище, пасища, пасищата, терени за паша, пасище се отдава
  • βοτανικός στα βουλγαρικά - ботаничен, Ботаническата, ботаническа, ботанически, ботаническото
  • βουκολικός στα βουλγαρικά - пасторален, идиличен, селски, идиличната
  • βουλή στα βουλγαρικά - парламент, къща, къщата, дом, къща с
Τυχαίες λέξεις
Βουίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бучене, бръмчене, бръмча, оживление, воня