Βουίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: βουίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
потпевнувам, Хмм, шум, ѕуење, hum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βουίζω
βουίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βουίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- βοσκότοπος στα σλαβομακεδονικά - пасишта, пасиштата
- βοτανικός στα σλαβομακεδονικά - ботанички, ботаничка, ботаничката, ботаничките, ботаничко
- βουκολικός στα σλαβομακεδονικά - провинцијален, пасторален
- βουλή στα σλαβομακεδονικά - куќа, куќата, дом, House, домот
Τυχαίες λέξεις
Βουίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: потпевнувам, Хмм, шум, ѕуење, hum
Μεταφράσεις: потпевнувам, Хмм, шум, ѕуење, hum