Βουτώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βουτώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
погребение, потъвам, гмурвам, потопявам
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βουτώ
βουτώ τα χέρια μου στο κρύο αγγίζω το ξυράφι, βουτώ συνώνυμα, βουτώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βουτώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βουρκωμένος στα βουλγαρικά - мъглив, мъглива, мъгливо, мъгливата, мъглявата
- βουρτσίζω στα βουλγαρικά - шубрак, храсталак, четка, четката, четки, четка за
- βούλα στα βουλγαρικά - клеймо, точка, точки, дот, точкова
- βούληση στα βουλγαρικά - ще, ще се, няма, воля
Τυχαίες λέξεις
Βουτώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: погребение, потъвам, гмурвам, потопявам
Μεταφράσεις: погребение, потъвам, гмурвам, потопявам