Βουτώ στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: βουτώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
submerse
Βουτώ στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βουτώ

βουτώ τα χέρια μου στο κρύο αγγίζω το ξυράφι, βουτώ συνώνυμα, βουτώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βουτώ στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • βουρκωμένος στα σλαβομακεδονικά - магливиот, магливата, магливо, маглива, замаглен
  • βουρτσίζω στα σλαβομακεδονικά - четка, четката, четка за, со четка, четки
  • βούλα στα σλαβομακεδονικά - бикот, печатот, точка, дот, dot, точки, точката
  • βούληση στα σλαβομακεδονικά - ќе, нема, ќе се, волја, ќе биде
Τυχαίες λέξεις
Βουτώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: submerse