Βυθίζομαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βυθίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мивка, мивката, поглътител, поглътител на, умивалник
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βυθίζομαι
βυθίζομαι συνόνυμα, βυθίζομαι δεν πνίγομαι δεν ξέρω να υποκρίνομαι, βυθίζομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βυθίζομαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βρώμικος στα βουλγαρικά - мръсен, мръсна, мръсни, мръсно, мръсната
- βυζί στα βουλγαρικά - бюст, гърда, синигер, цица, Черен синигер, Tit, девойче
- βυθίζω στα βουλγαρικά - мивка, мивката, поглътител, поглътител на, умивалник
- βυθοκόρος στα βουλγαρικά - драга, дълбачка, драги, екскаватор
Τυχαίες λέξεις
Βυθίζομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мивка, мивката, поглътител, поглътител на, умивалник
Μεταφράσεις: мивка, мивката, поглътител, поглътител на, умивалник