Βυθίζομαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: βυθίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kriauklė, kriaukle, grimzdimo, kriauklės, sink
Βυθίζομαι στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βυθίζομαι

βυθίζομαι συνόνυμα, βυθίζομαι δεν πνίγομαι δεν ξέρω να υποκρίνομαι, βυθίζομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, βυθίζομαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • βρώμικος στα λιθουανικά - purvinas, nešvarus, nešvarūs, nešvari, dirty
  • βυζί στα λιθουανικά - zylė, krūtis, tit, zylės, spenelis, spenys
  • βυθίζω στα λιθουανικά - kriauklė, kriaukle, grimzdimo, kriauklės, sink
  • βυθοκόρος στα λιθουανικά - žemsiurbė, dredger, Žemsiurbės, žemkasių
Τυχαίες λέξεις
Βυθίζομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kriauklė, kriaukle, grimzdimo, kriauklės, sink