Γενικότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γενικότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
всеобщност, общоприложимост, общ характер, общоприложимостта, НЕОПРЕДЕЛЕНОСТТА
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενικότητα
γενικότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γενικότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γενική στα βουλγαρικά - общ, обща, общия, цяло, общото
- γενικός στα βουλγαρικά - общ, обща, общия, цяло, общото
- γεννήτρια στα βουλγαρικά - генератор, Генератор на, генератора
- γενναία στα βουλγαρικά - смел, смели, смела, смело, храбър
Τυχαίες λέξεις
Γενικότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: всеобщност, общоприложимост, общ характер, общоприложимостта, НЕОПРЕДЕЛЕНОСТТА
Μεταφράσεις: всеобщност, общоприложимост, общ характер, общоприложимостта, НЕОПРЕДЕЛЕНОСТТА