Γενικότητα στα γερμανικά

Μετάφραση: γενικότητα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verallgemeinerung, Allgemeinheit, Allgemein, Allgemeingültigkeit, der Allgemeinheit
Γενικότητα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενικότητα

γενικότητα λεξικό γλώσσας γερμανικά, γενικότητα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • γενική στα γερμανικά - genitiv, General, allgemein, generell, allgemeinen, allgemeine
  • γενικός στα γερμανικά - allgemein, generell, overall, general, total, feldherr, allumfassend, ...
  • γεννήτρια στα γερμανικά - stromerzeuger, erzeuger, generator, dynamo, Generator, Generators
  • γενναία στα γερμανικά - kühn, mutig, tapfer, tapferen, tapfere, mutigen
Τυχαίες λέξεις
Γενικότητα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: verallgemeinerung, Allgemeinheit, Allgemein, Allgemeingültigkeit, der Allgemeinheit