Δευτερεύων στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δευτερεύων, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вторичен, вторично, вторична, средното, вторичния
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δευτερεύων
είναι δευτερεύων, δευτερεύων μάθημα, δευτερεύων πνιγμόσ, το δευτερεύων, δευτερεύων κβαντικός αριθμός, δευτερεύων λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δευτερεύων στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δεσποτικός στα βουλγαρικά - тиран, самодържец, майсторски, майсторско, майсторското, майсторска, майсторската
- δεσπόζω στα βουλγαρικά - превъзхождам, надвишавам, превишавам, преливат, издигам се над
- δευτερόλεπτο στα βουλγαρικά - секунда, втори, второ, втората, втора, втория
- δεόντως στα βουλγαρικά - надлежно, съответно, надлежно да, своевременно
Τυχαίες λέξεις
Δευτερεύων στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: вторичен, вторично, вторична, средното, вторичния
Μεταφράσεις: вторичен, вторично, вторична, средното, вторичния