Δευτερεύων στα γερμανικά
Μετάφραση: δευτερεύων, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zweitrangig, sekundär, sekundär-, Sekundär-, sekundären
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δευτερεύων
είναι δευτερεύων, δευτερεύων μάθημα, δευτερεύων πνιγμόσ, το δευτερεύων, δευτερεύων κβαντικός αριθμός, δευτερεύων λεξικό γλώσσας γερμανικά, δευτερεύων στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- δεσποτικός στα γερμανικά - autokrat, herrisch, befehlshaberisch, despotisch, gebieterisch, alleinherrscher, meisterhaft, ...
- δεσπόζω στα γερμανικά - überwiegen, vorherrschen, dominieren, überragen, overtop, ragen
- δευτερόλεπτο στα γερμανικά - zwot, zweite, zweit, moment, zweites, sekunde, augenblick, ...
- δεόντως στα γερμανικά - richtig, ordnungsmäßig, ordnungsgemäß, gebührend, hinreichend, ordnungsgemäß ausge, angemessen
Τυχαίες λέξεις
Δευτερεύων στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zweitrangig, sekundär, sekundär-, Sekundär-, sekundären
Μεταφράσεις: zweitrangig, sekundär, sekundär-, Sekundär-, sekundären