Δευτερεύων στα ουκρανικά
Μετάφραση: δευτερεύων, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підпорядкований, вторинний, підкорений, вторинна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δευτερεύων
είναι δευτερεύων, δευτερεύων μάθημα, δευτερεύων πνιγμόσ, το δευτερεύων, δευτερεύων κβαντικός αριθμός, δευτερεύων λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δευτερεύων στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δεσποτικός στα ουκρανικά - автократ, самодержець, деспотичний, імперіалістичний, деспот, владний, владна, ...
- δεσπόζω στα ουκρανικά - придушувати, домінувати, стримувати, здержувати, підноситися, підніматися, височіти, ...
- δευτερόλεπτο στα ουκρανικά - підкріпляти, по-друге, підкріпити, підтримати, другий, другої, другій, ...
- δεόντως στα ουκρανικά - належно, цілком, вчасно, належним чином
Τυχαίες λέξεις
Δευτερεύων στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: підпорядкований, вторинний, підкорений, вторинна
Μεταφράσεις: підпорядкований, вторинний, підкорений, вторинна