Διαρκής στα βουλγαρικά

Μετάφραση: διαρκής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
упорния, постоянен, постоянно, постоянна, константа, непрекъснато
Διαρκής στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρκής

διαρκής κατάλογος μνημείων, διαρκής ιερά σύνοδος, διαρκής επιτροπή δημόσιας διοίκησης δημόσιας τάξης και δικαιοσύνης, διαρκής επιτροπή παραγωγής και εμπορίου, διαρκής επιτροπή κοινωνικών υποθέσεων, διαρκής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διαρκής στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • διαπραγματεύομαι στα βουλγαρικά - преговарям, разисквам, Парли, Parley, преговори
  • διαπρεπής στα βουλγαρικά - превъзходен, виден, отличен, Този превъзходен, изтъкнатата
  • διαρκείας στα βουλγαρικά - сезон, сезона, период, на сезона
  • διαρκώ στα βουλγαρικά - издържам, търпя, издържи, издържат, издържим
Τυχαίες λέξεις
Διαρκής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: упорния, постоянен, постоянно, постоянна, константа, непрекъснато