Διαρκής στα ουγγρικά

Μετάφραση: διαρκής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
folytatódó, szívós, folyamatos, állandó, konstans, folyamatosan, változatlan
Διαρκής στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρκής

διαρκής κατάλογος μνημείων, διαρκής ιερά σύνοδος, διαρκής επιτροπή δημόσιας διοίκησης δημόσιας τάξης και δικαιοσύνης, διαρκής επιτροπή παραγωγής και εμπορίου, διαρκής επιτροπή κοινωνικών υποθέσεων, διαρκής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαρκής στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διαπραγματεύομαι στα ουγγρικά - alkudozik, Parley, tárgyalni
  • διαπρεπής στα ουγγρικά - kiemelkedő, kimagasló, legkiemelkedőbb, kiemelkedõ
  • διαρκείας στα ουγγρικά - évad, idény, szezon, szezonban, a szezonban
  • διαρκώ στα ουγγρικά - legújabb, legfrissebb, kaptafa, múlt, utolsónak, utoljára, elviselni, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαρκής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: folytatódó, szívós, folyamatos, állandó, konstans, folyamatosan, változatlan