Διαρκής στα λιθουανικά

Μετάφραση: διαρκής, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pastovus, nuolatinis, pastovi, nuolat, konstanta
Διαρκής στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρκής

διαρκής κατάλογος μνημείων, διαρκής ιερά σύνοδος, διαρκής επιτροπή δημόσιας διοίκησης δημόσιας τάξης και δικαιοσύνης, διαρκής επιτροπή παραγωγής και εμπορίου, διαρκής επιτροπή κοινωνικών υποθέσεων, διαρκής λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαρκής στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • διαπραγματεύομαι στα λιθουανικά - pasitarimas, derybos, tartis, parley, Pertraktować su nieprzyjacielem
  • διαπρεπής στα λιθουανικά - išsiskiriantis, pranašesnis, žymus, Išduoda, preeminent
  • διαρκείας στα λιθουανικά - nuolatinis, pastovus, sezonas, sezoną, sezono, sezono metu, sezonui
  • διαρκώ στα λιθουανικά - paskiausias, paskutinis, kentėti, ištverti, iškęsti, kęsti, pakelti
Τυχαίες λέξεις
Διαρκής στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pastovus, nuolatinis, pastovi, nuolat, konstanta