Διαρκής στα δανικά

Μετάφραση: διαρκής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
uafbrudt, konstant, konstante, løbende, en konstant, stadig
Διαρκής στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρκής

διαρκής κατάλογος μνημείων, διαρκής ιερά σύνοδος, διαρκής επιτροπή δημόσιας διοίκησης δημόσιας τάξης και δικαιοσύνης, διαρκής επιτροπή παραγωγής και εμπορίου, διαρκής επιτροπή κοινωνικών υποθέσεων, διαρκής λεξικό γλώσσας δανικά, διαρκής στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διαπραγματεύομαι στα δανικά - parley, kvoctrain, Parleys, af Parley
  • διαπρεπής στα δανικά - fremtrædende, preeminent, mest fremtrædende, reviewet, overlegne
  • διαρκείας στα δανικά - årstid, sæson, sæsonen, grundspillet
  • διαρκώ στα δανικά - forbigangen, vare, sidst, udholde, holde, at udholde, holde ud, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαρκής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: uafbrudt, konstant, konstante, løbende, en konstant, stadig