Διπλωμάτης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διπλωμάτης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дипломат, дипломат от, дипломат на
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλωμάτης
γυναίκα διπλωμάτης, ελληνίδα διπλωμάτης, ολλανδός διπλωμάτης, διπλωμάτης ορισμός, διπλωμάτης μισθός, διπλωμάτης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διπλωμάτης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διπλασιάζω στα βουλγαρικά - повтарям, удвоен, на чифтове, двоен, нареждам по двойки
- διπλοκατοικία στα βουλγαρικά - двоен, дуплекс, Duplex, двустранен, двустранен печат
- διπλωματία στα βουλγαρικά - дипломация, дипломацията, дипломацията на, дипломация на, дипломатически
- διπλωματικός στα βουλγαρικά - дипломатически, дипломатическа, дипломатическата, дипломатическо, дипломатическия
Τυχαίες λέξεις
Διπλωμάτης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: дипломат, дипломат от, дипломат на
Μεταφράσεις: дипломат, дипломат от, дипломат на