Διπλωμάτης στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διπλωμάτης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дыпламат, дыплямат
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλωμάτης
γυναίκα διπλωμάτης, ελληνίδα διπλωμάτης, ολλανδός διπλωμάτης, διπλωμάτης ορισμός, διπλωμάτης μισθός, διπλωμάτης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διπλωμάτης στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διπλασιάζω στα λευκορωσικά - Geminate
- διπλοκατοικία στα λευκορωσικά - дуплекс
- διπλωματία στα λευκορωσικά - дыпламатыя, дыпляматыя
- διπλωματικός στα λευκορωσικά - дыпламатычны, дыпляматычны, дыпламатычная, дыпламатычную, дыпламатычнай
Τυχαίες λέξεις
Διπλωμάτης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дыпламат, дыплямат
Μεταφράσεις: дыпламат, дыплямат