Διπλωμάτης στα δανικά
Μετάφραση: διπλωμάτης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
diplomat, diplomaten, diplomater, diplomats
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλωμάτης
γυναίκα διπλωμάτης, ελληνίδα διπλωμάτης, ολλανδός διπλωμάτης, διπλωμάτης ορισμός, διπλωμάτης μισθός, διπλωμάτης λεξικό γλώσσας δανικά, διπλωμάτης στα δανικά
Μεταφράσεις
- διπλασιάζω στα δανικά - dobbelt, geminate
- διπλοκατοικία στα δανικά - duplex, dupleks, dupleksudskrivning
- διπλωματία στα δανικά - diplomati, diplomatiske, diplomatiet, diplomacy
- διπλωματικός στα δανικά - diplomatisk, diplomatiske, diplomatpas
Τυχαίες λέξεις
Διπλωμάτης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: diplomat, diplomaten, diplomater, diplomats
Μεταφράσεις: diplomat, diplomaten, diplomater, diplomats