Διπλωμάτης στα πολωνικά

Μετάφραση: διπλωμάτης, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dyplomata, dyplomatka, Diplomat, dyplomatą, dyplomaty
Διπλωμάτης στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διπλωμάτης

γυναίκα διπλωμάτης, ελληνίδα διπλωμάτης, ολλανδός διπλωμάτης, διπλωμάτης ορισμός, διπλωμάτης μισθός, διπλωμάτης λεξικό γλώσσας πολωνικά, διπλωμάτης στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • διπλασιάζω στα πολωνικά - rekontrować, podwajać, dwójnasób, deblowy, kontrafałda, powiększać, kontrować, ...
  • διπλοκατοικία στα πολωνικά - mieszkanie, domek, dupleks, dwustronny, podwójny, duplex, dupleksu
  • διπλωματία στα πολωνικά - polityczność, dyplomacja, dyplomacji, dyplomację, dyplomatyczne, dyplomacją
  • διπλωματικός στα πολωνικά - dyplomatyczny, dyplomatyczna, dyplomatycznych, dyplomatyczne, dyplomatycznej
Τυχαίες λέξεις
Διπλωμάτης στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dyplomata, dyplomatka, Diplomat, dyplomatą, dyplomaty