Διχοτομώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διχοτομώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разполовявам, разделям се
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διχοτομώ
διχοτομώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διχοτομώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διχασμός στα βουλγαρικά - разделение, делене, дивизия, разделяне, участък, поделение
- διχοτομία στα βουλγαρικά - прелом, сплит, дихотомия, противопоставяне, дихотомията, раздвоение, двойственост
- διχόνοια στα βουλγαρικά - разногласие, раздор, раздори, раздора, разногласия, несъгласие
- διψασμένος στα βουλγαρικά - жаден, жадни, жадна, жадно
Τυχαίες λέξεις
Διχοτομώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: разполовявам, разделям се
Μεταφράσεις: разполовявам, разделям се