Διχοτομώ στα δανικά

Μετάφραση: διχοτομώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gennemskære, bisect, halveres, gennemskærer
Διχοτομώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διχοτομώ

διχοτομώ λεξικό γλώσσας δανικά, διχοτομώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διχασμός στα δανικά - fordeling, deling, division, opdeling, afdeling, divisionen
  • διχοτομία στα δανικά - adskille, briste, spalte, dikotomi, modsætningsforhold, tvedeling, dikotomien, ...
  • διχόνοια στα δανικά - splid, disharmoni, uenighed, uoverensstemmelser, uoverensstemmelse
  • διψασμένος στα δανικά - tørstig, tørstige, tørst, tørste
Τυχαίες λέξεις
Διχοτομώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gennemskære, bisect, halveres, gennemskærer