Διχοτομώ στα γερμανικά
Μετάφραση: διχοτομώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
halbieren, bisect, halbiert, zu halbieren
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διχοτομώ
διχοτομώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, διχοτομώ στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- διχασμός στα γερμανικά - spaltung, division, trennung, teilung, abteilung, liga, segmentierung, ...
- διχοτομία στα γερμανικά - verteilen, spalt, verwerfung, knochenbruch, geteilt, bruch, fraktur, ...
- διχόνοια στα γερμανικά - dissonanz, unstimmigkeit, zerwürfnis, meinungsverschiedenheit, uneinigkeit, misston, Zwietracht, ...
- διψασμένος στα γερμανικά - durstig, Durst, durstige, durstigen, thirsty
Τυχαίες λέξεις
Διχοτομώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: halbieren, bisect, halbiert, zu halbieren
Μεταφράσεις: halbieren, bisect, halbiert, zu halbieren