Δραπέτευση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δραπέτευση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
приставане, бягството
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δραπέτευση
δραπέτευση συνώνυμα, δραπέτευση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δραπέτευση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δραματικός στα βουλγαρικά - драматичен, драматично, драматична, драматични, драматичното
- δραματολόγιο στα βουλγαρικά - справочник, репертоар, репертоара, репертоарен
- δραπετεύω στα βουλγαρικά - теч, бягство, избяга, бягството, бягство от ежедневието, евакуация
- δρασκελίζω στα βουλγαρικά - разкрачване, разтварям крака, колеблива политика, двойствена политика, разкрачвам се
Τυχαίες λέξεις
Δραπέτευση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: приставане, бягството
Μεταφράσεις: приставане, бягството