Δραπέτευση στα λιθουανικά

Μετάφραση: δραπέτευση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pabėgimas, grobimas, Slapta apgavystė
Δραπέτευση στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δραπέτευση

δραπέτευση συνώνυμα, δραπέτευση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δραπέτευση στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δραματικός στα λιθουανικά - dramatiškas, dramatiška, dramatiškos, dramatiškai, dramatišką
  • δραματολόγιο στα λιθουανικά - repertuaras, repertuaro, Repertory, repertuare, repertuarą
  • δραπετεύω στα λιθουανικά - bėgti, bėgimas, pabėgti, evakuavimo, evakuacijos, gelbėjimosi, Escape
  • δρασκελίζω στα λιθουανικά - eisena, žingsnis, apžergti, apsižergti, išsižergti, stovėjimas išsižergus, dviveidiška politika
Τυχαίες λέξεις
Δραπέτευση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pabėgimas, grobimas, Slapta apgavystė