Δραπέτευση στα πολωνικά
Μετάφραση: δραπέτευση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ucieczka, elopement
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δραπέτευση
δραπέτευση συνώνυμα, δραπέτευση λεξικό γλώσσας πολωνικά, δραπέτευση στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- δραματικός στα πολωνικά - dramatyczny, dramatyczne, dramatyczna, dramatycznego, dramatycznym
- δραματολόγιο στα πολωνικά - zapas, repertuar, składnica, Repertory, repertuarze, repertuaru, repertorium
- δραπετεύω στα πολωνικά - uciec, uciekać, uchodzić, wyciek, wyrywać, uchować, uniknąć, ...
- δρασκελίζω στα πολωνικά - rozkrok, krocz, krok, kroczyć, przekraczać, łazić, iść, ...
Τυχαίες λέξεις
Δραπέτευση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ucieczka, elopement
Μεταφράσεις: ucieczka, elopement