Εκτείνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εκτείνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разперен, разпростирам, разстлан, разперени, разпери
Εκτείνω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκτείνω

εκτείνω ορισμός, εκτείνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκτείνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εκταφή στα βουλγαρικά - ексхумация, ексхумацията, за ексхумация, ексхумиране, ексхумация се
  • εκτείνομαι στα βουλγαρικά - разперен, разпростирам, разстлан, разперени, разпери
  • εκτελώ στα βουλγαρικά - представлява, изпълнява, извършване, изпълняват, извършите, извърши
  • εκτεταμένα στα βουλγαρικά - обширно, широко, екстензивно, подробно, голяма степен
Τυχαίες λέξεις
Εκτείνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: разперен, разпростирам, разстлан, разперени, разпери