Εκτείνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: εκτείνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tęstis, išplitimas, išplitimą, išplitęs, išplėstas, išskleistas
Εκτείνω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκτείνω

εκτείνω ορισμός, εκτείνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκτείνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εκταφή στα λιθουανικά - ekshumacija, Išrovimas, Ekshumacja, palaikų iškasimas, Ekshumācija
  • εκτείνομαι στα λιθουανικά - tęstis, išplitimas, išplitimą, išplitęs, išplėstas, išskleistas
  • εκτελώ στα λιθουανικά - vaidinti, atlikti, vykdyti, atlieka, vykdo, įvykdyti
  • εκτεταμένα στα λιθουανικά - plačiai, išsamiai, ekstensyviai, intensyviai, aktyviai
Τυχαίες λέξεις
Εκτείνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tęstis, išplitimas, išplitimą, išplitęs, išplėstas, išskleistas