Ελαττώνομαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ελαττώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
спад, гаснене, намалявам, губя блясъка си, дефектен край на талпа, дефектен край на дъска
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελαττώνομαι
ελαττώνομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ελαττώνομαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ελαστικότητα στα βουλγαρικά - еластичност, еластичността, еластичността на, еластичност на, на еластичността
- ελαττωματικός στα βουλγαρικά - дефектен, дефектна, дефектни, дефектно, дефект
- ελαττώνω στα βουλγαρικά - отслабям, ярост, Бате, Bate, Бейт
- ελαφρόμυαλος στα βουλγαρικά - разсеян, лекомислена, вятърничав, лекомислен
Τυχαίες λέξεις
Ελαττώνομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: спад, гаснене, намалявам, губя блясъка си, дефектен край на талпа, дефектен край на дъска
Μεταφράσεις: спад, гаснене, намалявам, губя блясъка си, дефектен край на талпа, дефектен край на дъска