Ενορία στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ενορία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
енория, енорийски, енорията, енорийска, енорийския
Ενορία στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενορία

ενορία αγίου ελευθερίου κερκύρας, ενορία που ανήκω, ενορία 40 εκκλησιών, ενορία εν δράσει, ενορία αποστόλου ανδρέα πλατύ, ενορία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ενορία στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ενοποίηση στα βουλγαρικά - консолидация, консолидиране, консолидацията, консолидирането, укрепване
  • ενοποιώ στα βουλγαρικά - унифицира, уеднакви, обедини, унифициране, унифицират
  • ενοχή στα βουλγαρικά - виновност, вина, вината, чувство за вина, за вина
  • ενοχλητικός στα βουλγαρικά - натрапчив, репутация на натрапчив, Натрапничав, който бърника, който се меси в чужди работи
Τυχαίες λέξεις
Ενορία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: енория, енорийски, енорията, енорийска, енорийския