Επίρρημα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επίρρημα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
наречие, наречието, обстоятелствена дума
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίρρημα
επίρρημα τι ειναι, επίρρημα πολύ, επίρρημα του ωραιος, επίρρημα βικιπαίδεια, επίρρημα τροπικό, επίρρημα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επίρρημα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επίπονος στα βουλγαρικά - труден, трудоемък, слугинска, трудоемко, трудоемка
- επίπτωση στα βουλγαρικά - последствие, следствие, ефект, падане, разпространение, честота, честотата, ...
- επίσημα στα βουλγαρικά - официално, официално се, официално е, служебно
- επίσημος στα βουλγαρικά - формален, официален, официално, официална, формално
Τυχαίες λέξεις
Επίρρημα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: наречие, наречието, обстоятелствена дума
Μεταφράσεις: наречие, наречието, обстоятелствена дума