Επίρρημα στα τσεχικά
Μετάφραση: επίρρημα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
příslovce, adverb, adverbium, příslovci, příslovcem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίρρημα
επίρρημα τι ειναι, επίρρημα πολύ, επίρρημα του ωραιος, επίρρημα βικιπαίδεια, επίρρημα τροπικό, επίρρημα λεξικό γλώσσας τσεχικά, επίρρημα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- επίπονος στα τσεχικά - příkrý, vytrvalý, obtížný, namáhavý, usilovný, nesnadný, přičinlivý, ...
- επίπτωση στα τσεχικά - vyústit, odraz, vyplývat, účinek, plynout, výsledek, následek, ...
- επίσημα στα τσεχικά - oficiálně, úředně, oficiální, o oficiální, slavnostně
- επίσημος στα τσεχικά - oficiální, úředník, formální, úřední, výslovný, formálního, formálním, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίρρημα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: příslovce, adverb, adverbium, příslovci, příslovcem
Μεταφράσεις: příslovce, adverb, adverbium, příslovci, příslovcem