Επίρρημα στα νορβηγικά

Μετάφραση: επίρρημα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
adverb, adverbet
Επίρρημα στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίρρημα

επίρρημα τι ειναι, επίρρημα πολύ, επίρρημα του ωραιος, επίρρημα βικιπαίδεια, επίρρημα τροπικό, επίρρημα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επίρρημα στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • επίπονος στα νορβηγικά - energisk, strevsom, møysommelige, arbeidskrevende, møysommelig, krevende
  • επίπτωση στα νορβηγικά - følge, effekt, virkning, ettervirkning, resultat, utfall, konsekvens, ...
  • επίσημα στα νορβηγικά - offisielt, offentlig, offisielle, formelt, offisiell
  • επίσημος στα νορβηγικά - offisiell, formell, formelle, formelt, formal
Τυχαίες λέξεις
Επίρρημα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: adverb, adverbet