Επεκτατικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: επεκτατικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
експанзивен, просторен, експанзивна, обширен, разтегаем
Επεκτατικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεκτατικός

επεκτατικός εθνικισμός, επεκτατικός συνώνυμα, επεκτατικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επεκτατικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • επείγων στα βουλγαρικά - спешно, спешен, спешна, спешни, спешната
  • επεισόδιο στα βουλγαρικά - случка, епизод, епизоди, епизод на, епизода
  • επεκτείνω στα βουλγαρικά - удължи, разширяване, удължат, разширят, разшири
  • επεμβαίνω στα βουλγαρικά - намесва, пречат, се намесва, намесват, пречи
Τυχαίες λέξεις
Επεκτατικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: експанзивен, просторен, експанзивна, обширен, разтегаем