Επικροτώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επικροτώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
добре дошъл, Добре дошли, дошли, дошъл, за добре дошли
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικροτώ
επικροτώ συνωνυμα, επικροτώ αγγλικά, επικροτώ αντιθετο, το επικροτώ, επικροτώ λεξικό, επικροτώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επικροτώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επικρίνω στα βουλγαρικά - критикувам, критикуват, критикува, критикуваме, критика
- επικρατώ στα βουλγαρικά - преобладавам
- επικυρώνω στα βουλγαρικά - санкция, валидира, валидиране, валидират, утвърждава, валидиране на
- επικός στα βουλγαρικά - епическия, епопея, епична, епос, епичната, епично
Τυχαίες λέξεις
Επικροτώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: добре дошъл, Добре дошли, дошли, дошъл, за добре дошли
Μεταφράσεις: добре дошъл, Добре дошли, дошли, дошъл, за добре дошли