Επικροτώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: επικροτώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
laukiamas, pasveikinti, sveikintinas, laukiami, kviečiame
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικροτώ
επικροτώ συνωνυμα, επικροτώ αγγλικά, επικροτώ αντιθετο, το επικροτώ, επικροτώ λεξικό, επικροτώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επικροτώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επικρίνω στα λιθουανικά - kritikuoti, kritikuoja, kaltinti, priekaištauja, kritikuojame
- επικρατώ στα λιθουανικά - vyrauti, Dominować, pranašesniam, Pranoksta, būti pranašesniam
- επικυρώνω στα λιθουανικά - patvirtinti, patikrinti, patvirtina, tvirtinti, įteisinti
- επικός στα λιθουανικά - epas, epic, epo, epinis
Τυχαίες λέξεις
Επικροτώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: laukiamas, pasveikinti, sveikintinas, laukiami, kviečiame
Μεταφράσεις: laukiamas, pasveikinti, sveikintinas, laukiami, kviečiame