Επιρροή στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επιρροή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
влияние, влиянието, въздействие, влияят
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιρροή
επιρροή στα αγγλικα, επιρροή επηρεάζω, επιρροή ορισμός, επιρροή συνώνυμα, επιρροή ετυμολογία, επιρροή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιρροή στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επιρρεπής στα βουλγαρικά - подходящ, APT, ап, склонни, АПВ
- επιρρηματικός στα βουλγαρικά - начерняй, обстоятелствен, наречия, пояснение, обстоятелствена дума
- επισημαίνω στα βουλγαρικά - точка, посоча, посочим
- επισκέπτης στα βουλγαρικά - посетител, посетителите, посетителю, посетителя
Τυχαίες λέξεις
Επιρροή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: влияние, влиянието, въздействие, влияят
Μεταφράσεις: влияние, влиянието, въздействие, влияят