Επιρροή στα σουηδικά
Μετάφραση: επιρροή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
påverka, inflytande, inverkan, påverkan, inflytandet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιρροή
επιρροή στα αγγλικα, επιρροή επηρεάζω, επιρροή ορισμός, επιρροή συνώνυμα, επιρροή ετυμολογία, επιρροή λεξικό γλώσσας σουηδικά, επιρροή στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- επιρρεπής στα σουηδικά - apt, benägna, benägen, träffande
- επιρρηματικός στα σουηδικά - adverbial, adverbiella
- επισημαίνω στα σουηδικά - spetsa, prick, punkt, påpeka, påpekar, framhålla, peka på, ...
- επισκέπτης στα σουηδικά - gäst, besökaren, besökare, turistinformation, turistinformation för, en besökare
Τυχαίες λέξεις
Επιρροή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: påverka, inflytande, inverkan, påverkan, inflytandet
Μεταφράσεις: påverka, inflytande, inverkan, påverkan, inflytandet