Θηλαστικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: θηλαστικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
младенец, от бозайници, при бозайниците, на бозайници, от бозайник, на бозайниците
Θηλαστικός στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θηλαστικός

θηλαστικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θηλαστικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • θηλάζω στα βουλγαρικά - кърмя, сучат, суче, кърмят, кърми
  • θηλαστικό στα βουλγαρικά - бозайник, бозайници, млекопитаещо, бозайника
  • θηλιά στα βουλγαρικά - примка, клуп, ласо, хомот, впримчвам
  • θηλυκός στα βουλγαρικά - женска, женски, жена, женската, женско
Τυχαίες λέξεις
Θηλαστικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: младенец, от бозайници, при бозайниците, на бозайници, от бозайник, на бозайниците