Κάλτσα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κάλτσα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
чорап, чорапи, чорапи за, чорапа
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάλτσα
κάλτσα με σιλικόνη, κάλτσα σιλικόνης, κάλτσα στα ελληνικά, κάλτσα για καλώδια, κάλτσα συμπίεσης varisan, κάλτσα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κάλτσα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κάκωση στα βουλγαρικά - нараняване, вреда, травма, травма на, контузия
- κάλπικος στα βουλγαρικά - псевдо, псевдобазилика, псевдослучайна, псевдоклас
- κάλυμμα στα βουλγαρικά - капак, покривка, покритие, покритието, корица
- κάλυψη στα βουλγαρικά - охват, обхват, покритие, отразяване, покритието, обхвата
Τυχαίες λέξεις
Κάλτσα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: чорап, чорапи, чорапи за, чорапа
Μεταφράσεις: чорап, чорапи, чорапи за, чорапа