Κάλτσα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κάλτσα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шкарпэтку, насок, шкарпэтка, носок
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάλτσα
κάλτσα με σιλικόνη, κάλτσα σιλικόνης, κάλτσα στα ελληνικά, κάλτσα για καλώδια, κάλτσα συμπίεσης varisan, κάλτσα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κάλτσα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κάκωση στα λευκορωσικά - траўма, травма
- κάλπικος στα λευκορωσικά - псеўда, псэўда
- κάλυμμα στα λευκορωσικά - вечка, крышка, канцы, накрыўка
- κάλυψη στα λευκορωσικά - ахоп
Τυχαίες λέξεις
Κάλτσα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: шкарпэтку, насок, шкарпэтка, носок
Μεταφράσεις: шкарпэтку, насок, шкарпэтка, носок