Κάλτσα στα ρουμανικά
Μετάφραση: κάλτσα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
şosetă, ciorap, șosetă, șosete, soseta, ciorap de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάλτσα
κάλτσα με σιλικόνη, κάλτσα σιλικόνης, κάλτσα στα ελληνικά, κάλτσα για καλώδια, κάλτσα συμπίεσης varisan, κάλτσα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κάλτσα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κάκωση στα ρουμανικά - ofensă, leziune, rănire, prejudiciului, un prejudiciu, accidentare
- κάλπικος στα ρουμανικά - pretins, impostor, fals, pseudo, pseudo-, de pseudo
- κάλυμμα στα ρουμανικά - capac, acoperire, capacul, de acoperire, acoperi
- κάλυψη στα ρουμανικά - acoperire, acoperirea, de acoperire, o acoperire, acoperire de
Τυχαίες λέξεις
Κάλτσα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: şosetă, ciorap, șosetă, șosete, soseta, ciorap de
Μεταφράσεις: şosetă, ciorap, șosetă, șosete, soseta, ciorap de