Καημένος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καημένος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бедней, бедния човек, нещастник, на бедния човек
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καημένος
καημένος ετυμολογια, καημένοσ συνώνυμα, μαραίνομαι καημένος, καημένος συνωνυμα, ο καημένος, καημένος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καημένος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- καζίνο στα βουλγαρικά - казино, Casino, казиното, Интернет
- καζαμίας στα βουλγαρικά - алманах, Годишник, алманаха
- καημός στα βουλγαρικά - желание, копнеж, копнежа, копнеят, копнежът, копнея
- καθάρισμα στα βουλγαρικά - чистка, почистване, чистене, зала, почистване на, за почистване
Τυχαίες λέξεις
Καημένος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бедней, бедния човек, нещастник, на бедния човек
Μεταφράσεις: бедней, бедния човек, нещастник, на бедния човек