Καημένος στα ισλανδικά

Μετάφραση: καημένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fátækur, léleg, fátækum, fátæku, lélegur
Καημένος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καημένος

καημένος ετυμολογια, καημένοσ συνώνυμα, μαραίνομαι καημένος, καημένος συνωνυμα, ο καημένος, καημένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καημένος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • καζίνο στα ισλανδικά - Casino, spilavíti, spilavítum, spilavítinu, með spilavíti
  • καζαμίας στα ισλανδικά - Almanak, Dagatal
  • καημός στα ισλανδικά - hryggja, þrá, þráin, löngun, langað, löngunin
  • καθάρισμα στα ισλανδικά - þrif, hreinsun, hreinn, þrífa, hreinsa
Τυχαίες λέξεις
Καημένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fátækur, léleg, fátækum, fátæku, lélegur