Καημένος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: καημένος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
popa, pobre, coitado, lastimável, mau, pobre coitado, pobre homem, pobre sujeito, pobre rapaz
Καημένος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καημένος

καημένος ετυμολογια, καημένοσ συνώνυμα, μαραίνομαι καημένος, καημένος συνωνυμα, ο καημένος, καημένος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καημένος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καζίνο στα πορτογαλικά - cassino, Casino, do casino, de casino, casino em
  • καζαμίας στα πορτογαλικά - almanaque, Almanac, de almanaque, almanaque de, do almanaque
  • καημός στα πορτογαλικά - saudades, pretensão, comprido, pretender, afligir, desejo, anseio, ...
  • καθάρισμα στα πορτογαλικά - limpeza, de limpeza, a limpeza, lavagem, limpeza de
Τυχαίες λέξεις
Καημένος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: popa, pobre, coitado, lastimável, mau, pobre coitado, pobre homem, pobre sujeito, pobre rapaz