Καημένος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καημένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
небарака, бедалага, бядак, бедняга, бедачына
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καημένος
καημένος ετυμολογια, καημένοσ συνώνυμα, μαραίνομαι καημένος, καημένος συνωνυμα, ο καημένος, καημένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καημένος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- καζίνο στα λευκορωσικά - казіно
- καζαμίας στα λευκορωσικά - альманах
- καημός στα λευκορωσικά - хацець, жаданне, жаданьне
- καθάρισμα στα λευκορωσικά - ўборка, уборка, прыбіранне, прыборка
Τυχαίες λέξεις
Καημένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: небарака, бедалага, бядак, бедняга, бедачына
Μεταφράσεις: небарака, бедалага, бядак, бедняга, бедачына