Καημένος στα λατινικά

Μετάφραση: καημένος, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
inops, pauper, malus
Καημένος στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καημένος

καημένος ετυμολογια, καημένοσ συνώνυμα, μαραίνομαι καημένος, καημένος συνωνυμα, ο καημένος, καημένος λεξικό γλώσσας λατινικά, καημένος στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • καημός στα λατινικά - desiderium, votum, cupido, orexis
Τυχαίες λέξεις
Καημένος στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: inops, pauper, malus