Καταπραΰνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: καταπραΰνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
успокоявам, утешавам, успокои, успокояват, успокояване
Καταπραΰνω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταπραΰνω

καταπραΰνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καταπραΰνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • καταπολεμώ στα βουλγαρικά - сражение, бой, опровергавам, оспорвам, оспорва, се оспорва, да накърняват
  • καταποντίζω στα βουλγαρικά - мивка, мивката, поглътител, поглътител на, умивалник
  • καταργώ στα βουλγαρικά - премахнат, премахне, премахване на, отмени, премахва
  • καταριέμαι στα βουλγαρικά - проклятие, проклятието, проклетия, клетва
Τυχαίες λέξεις
Καταπραΰνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: успокоявам, утешавам, успокои, успокояват, успокояване