Καταπραΰνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: καταπραΰνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
смируваат, смирување, смири, се смири, ги смири
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπραΰνω
καταπραΰνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καταπραΰνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- καταπολεμώ στα σλαβομακεδονικά - битката, оспорува, ги оспорува
- καταποντίζω στα σλαβομακεδονικά - мијалник, потоне, мијалникот, тонат, лавабото
- καταργώ στα σλαβομακεδονικά - укине, се укине, укинување на, укинат, го укине
- καταριέμαι στα σλαβομακεδονικά - проклетство, клетва, проклетството, клетвата, Проклетија
Τυχαίες λέξεις
Καταπραΰνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: смируваат, смирување, смири, се смири, ги смири
Μεταφράσεις: смируваат, смирување, смири, се смири, ги смири