Κλινοσκεπάσματα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κλινοσκεπάσματα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пилотно, постеля, легла, спално бельо, постелки, настилка
Κλινοσκεπάσματα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλινοσκεπάσματα

κλινοσκεπάσματα λεξικο, περίεργα κλινοσκεπάσματα, αντιαλλεργικά κλινοσκεπάσματα, κλινοσκεπάσματα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κλινοσκεπάσματα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κλινική στα βουλγαρικά - клиника, клиниката, болница, клиники
  • κλινικός στα βουλγαρικά - клиничен, клинично, клинична, клиничната, клинични
  • κλονισμός στα βουλγαρικά - клатене, треперещ, разклащане, разклаща, треперене
  • κλοπή στα βουλγαρικά - кражба, кражби, кражба на, кражбата, кражбите
Τυχαίες λέξεις
Κλινοσκεπάσματα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пилотно, постеля, легла, спално бельо, постелки, настилка