Κλινοσκεπάσματα στα δανικά
Μετάφραση: κλινοσκεπάσματα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
strøelse, sengetøj, senge, senge anvendes
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλινοσκεπάσματα
κλινοσκεπάσματα λεξικο, περίεργα κλινοσκεπάσματα, αντιαλλεργικά κλινοσκεπάσματα, κλινοσκεπάσματα λεξικό γλώσσας δανικά, κλινοσκεπάσματα στα δανικά
Μεταφράσεις
- κλινική στα δανικά - klinik, klinikken, klinikkens
- κλινικός στα δανικά - klinisk, kliniske, den kliniske
- κλονισμός στα δανικά - ryster, ryste, omrystning, rystning, at ryste
- κλοπή στα δανικά - tyveri, tyveriet, tyveri af, stjålet
Τυχαίες λέξεις
Κλινοσκεπάσματα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: strøelse, sengetøj, senge, senge anvendes
Μεταφράσεις: strøelse, sengetøj, senge, senge anvendes